Η πανδημία εκτίναξε τον κύκλο εργασιών στις μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες. Η μεταφορά δραστηριοτήτων στο Διαδίκτυο οδήγησε σε μια νέα παγκόσμια οικονομική πραγματικότητα με επίκεντρο τον ψηφιακό κόσμο. Η αύξηση του τζίρου που προέκυψε από την άνευ προηγουμένου ανάπτυξη του κλάδου, ανέδειξε τη στρεβλή λειτουργία του ανταγωνισμού ανάμεσα στις πλατφόρμες. Πολλοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι μετά την πανδημία η οικονομική ανάπτυξη κινδυνεύει από την εκτόξευση της ψηφιακής αγοράς, η οποία λειτουργεί παραμορφωτικά με υπερσυγκέντρωση οικονομικής δύναμης σε ελάχιστες εταιρείες του πλανήτη. Η συνολική αποτίμηση (market value) μόνο των πέντε μεγαλύτερων αμερικανικών εταιρειών στο τέλος του 2020 υπερέβαινε τα 7,5 τρισ. δολάρια. Η αύξηση της ζήτησης έχει δημιουργήσει νέες ανταγωνιστικές καταστάσεις, όλες σε συνθήκες ολιγοπωλίου, με περιορισμένη τη δυνατότητα για τρίτες μικρές εταιρείες να μπουν δυναμικά στην αγορά.
Το επιχειρηματικό μοντέλο που υλοποιούν οι ψηφιακές πλατφόρμες, στηρίζεται στην αξιοποίηση των δεδομένων που συλλέγουν από την καθημερινή χρήση του Διαδικτύου από ανθρώπους και συσκευές. Κάποιες από τις πληροφορίες είναι προσωπικές, όπως για παράδειγμα, ο τόπος κατοικίας αλλά και τα ενδιαφέροντα πάσης φύσεως όπως κοινωνικά, αθλητικά, πολιτικά, πολιτιστικά. Πλατφόρμες συλλέγουν επίσης δεδομένα με έμφαση στις αγοραστικές συνήθειες καταναλωτών, αλλά και συμπεριφορές εταιρειών. Τον Νοέμβριο του 2020 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημέρωσε την Amazon «ότι στηρίζεται συστηματικά σε μη δημόσια επιχειρηματικά δεδομένα για τους ανεξάρτητους πωλητές που πραγματοποιούν πωλήσεις στη διαδικτυακή αγορά της προς όφελος του κλάδου λιανικής της ίδιας της Amazon, ο οποίος ανταγωνίζεται άμεσα τους εν λόγω τρίτους πωλητές». Έτσι, η Επιτροπή κίνησε δεύτερη επίσημη αντιμονοπωλιακή έρευνα σχετικά με «πιθανή προτιμησιακή μεταχείριση των προσφορών λιανικής της ίδιας της Amazon και των πωλητών που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες υλικοτεχνικής υποστήριξης και παράδοσης της Amazon στη διαδικτυακή αγορά της». Είναι ενδιαφέρον ότι μια ανάλογη έρευνα έχει ξεκινήσει και η ρυθμιστική αρχή στην Κίνα για θέματα που αφορούν την κινεζική πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba. Οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες εμπορίου είναι πολύ πιο δύσκολο να ρυθμιστούν από ό,τι οι παραδοσιακοί τρόποι εμπορικής συναλλαγής. Στις ΗΠΑ υπάρχει σε εξέλιξη συζήτηση για τροποποίηση των αντιμονοπωλιακών νόμων τόσο σε ομοσπονδιακό όσο και σε πολιτειακό επίπεδο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών. Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία που βρίσκεται σε ισχύ από το 1890 είχε κατά νουν κυρίως τα μονοπώλια του πετρελαίου και των σιδηροδρόμων και δεν καλύπτει τις σημερινές ανάγκες ρύθμισης της «οικονομίας της πλατφόρμας». Τα δύο μεγάλα κόμματα στις ΗΠΑ αντιλαμβάνονται ότι οι τεχνολογικοί κολοσσοί διαθέτουν τεράστια δύναμη στην οικονομία, στην κοινωνία και στην πολιτική, ενώ κατ’ ουσίαν δεν διαθέτουν πολλούς πραγματικούς ανταγωνιστές στους τομείς της ψηφιακής αγοράς που κυριαρχούν. Η ρύθμιση της ψηφιακής αγοράς είναι μεγάλο διεθνές πρόβλημα που οξύνθηκε μετά την πανδημία και γι’ αυτό επείγει πλέον η αντιμετώπισή του.
Το γεγονός ότι μια πλατφόρμα λειτουργεί και ως συλλέκτης – ενδιάμεσος των δεδομένων των χρηστών και ως πάροχος υπηρεσιών με βάση τα δεδομένα αυτά αποτελεί ίσως ένα από τα κεντρικά προβλήματα. Πρόκειται κατ’ ουσίαν για δύο διαφορετικές αγορές σε επικοινωνία μεταξύ τους. Η δεσπόζουσα θέση μιας πλατφόρμας μπορεί να οδηγήσει σε στρέβλωση των δύο αυτών διακριτών αγορών.
Η προάσπιση των ίσων ευκαιριών στον ανταγωνισμό θεωρείται συνθήκη για βιώσιμη τοπική ανάπτυξη. Οι μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες θα αποκτήσουν ακόμα μεγαλύτερη δύναμη λόγω των τεχνολογιών της τεχνητής νοημοσύνης και των μεγάλων δεδομένων (Big data). Επιπλέον, οι νομοθέτες και οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να κινηθούν γρήγορα σε θέματα όπως συγχωνεύσεις και εξαγορές από τις κυρίαρχες εταιρείες, κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά, εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας – ειδικά για περιπτώσεις εργατικού δυναμικού χαμηλού κόστους και προστασίας των καταναλωτών.
Οι ψηφιακές πλατφόρμες θα βρίσκονται στην καρδιά της διαδικτυακής οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα χρόνια καθότι συνδέουν πολυποίκιλες αγορές από όλο τον κόσμο και καταναλωτές χωρίς σύνορα. Είναι περισσότερο από προφανές ότι το προστατευμένο οικονομικό περιβάλλον που έχουν δημιουργήσει, θέτει εμπόδιο στην καινοτομία και στην ισορροπημένη οικονομική ανάπτυξη προς όφελος των πολλών. Υπάρχει έντονος προβληματισμός εάν οι παραδοσιακές μέθοδοι προστασίας της αγοράς και του ανταγωνισμού μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Μια πρόταση είναι να δοθεί έμφαση στον διαχωρισμό της προστιθέμενης αξίας των προσφερόμενων υπηρεσιών δεδομένων από αυτές του δικτύου διανομής τους. Άλλωστε, τα δεδομένα και η αξία που δημιουργούν είναι αυτά που παίζουν τον καθοριστικό ρόλο. Μηχανισμοί ρύθμισης κατανεμημένοι μπορούν να προσφέρουν διεξόδους πρόσβασης στα δεδομένα όχι μόνο για τις μεγάλες εταιρείες αλλά και τους ανταγωνιστές τους.
Τυχόν νέο ρυθμιστικό πλαίσιο θα έπρεπε να δίνει έμφαση στον διαμοιρασμό των δεδομένων περιορίζοντας την αποκλειστική τους εκμετάλλευση. Οι τυχόν ρυθμίσεις δεν θα πρέπει να περιορίσουν το σκέλος της δικτύωσης καθότι αυτό από μόνο του δημιουργεί ευκαιρίες και για μικρότερους παίκτες. Πρέπει όμως η συμμετοχή στο όποιο δίκτυο να γίνεται με τρόπο ανοιχτό, δίκαιο και διαφανή για όλους. Έτσι θα περιοριστούν και τα τυχόν τεχνικά εμπόδια ισότιμης συμμετοχής όλων στον ανταγωνισμό με έμφαση στις εταιρείες καινοτομίας και στις τοπικές επιχειρήσεις.
Παρά τα προβλήματα στρέβλωσης της ψηφιακής αγοράς, η τεχνολογία και η αρχιτεκτονική του Διαδικτύου βασίζονται στα ανοιχτά πρότυπα και στο ανοιχτό λογισμικό. Η τεχνολογική αυτή πλευρά δίνει ένα επιπλέον εργαλείο στις ρυθμιστικές αρχές για να περιορίσουν τον έλεγχο της αγοράς από τα ολιγοπώλια του Διαδικτύου. Τα βασικά πρωτόκολλα του Διαδικτύου παραμένουν ανοιχτά. Υπάρχει δηλαδή η τεχνολογική δυνατότητα να ρυθμιστεί η ψηφιακή αγορά. Μια επόμενη ρύθμιση, αξιοποιώντας τα θετικά του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων, γνωστού ως GDPR, π.χ. στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, θα μπορούσε να οικοδομήσει πάνω στην υποχρεωτική ανοιχτότητα με τέτοιο τρόπο ώστε να υποστηριχθεί η είσοδος στην ψηφιακή αγορά και τοπικών εταιρειών.
—
Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή: kathimerini.gr